Πες το & έφαγες:

Αλλεργιογόνα

Ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων υποφέρει από πολυάριθμες τροφικές αλλεργίες, οι οποίες ποικίλουν από ήπιας μορφής έως και ενδεχομένως θανατηφόρες. Οι πιο κοινές αλλεργιογόνες ουσίες είναι η γλουτένη, το αυγό, το γάλα, η σόγια και οι ξηροί καρποί. Δεδομένου ότι ορισμένα από τα προϊόντα που προσφέρει το Spoon στο καταναλωτικό κοινό περιέχουν κάποιες από τις παραπάνω ουσίες, είναι σημαντικό:

Οι διάφορες αλλεργιογόνες ουσίες που μπορεί να υπάρχουν στο χώρο παραγωγής και να εμπεριέχονται στα προϊόντα είναι:

Γλουτένη: Η γλουτένη είναι ένα σύνολο από πρωτεΐνες στα δημητριακά, ειδικά στο σιτάρι. Το σιτάρι έχει στενή σχέση με κάποια άλλα δημητριακά, ιδιαίτερα τη σίκαλη και το κριθάρι, οπότε και αυτοί οι σπόροι περιέχουν γλουτένη. Η γλουτένη είναι υπεύθυνη για τη σκληρή δομή της ζύμης καθώς και για το “φούσκωμά” της. Για τους περισσότερους ανθρώπους, η γλουτένη είναι μια κανονική πρωτεΐνη. Παρόλα αυτά, ένα μικρό μέρος του πληθυσμού δε μπορεί να αφομοιώσει τη γλουτένη λόγω δυσανεξίας σε αυτή. Ο κοινός κατάλογος απαγορευμένων σιτηρών είναι: σίτος, σίκαλη, κριθάρι και βρώμη.

Αυγό: Οι πρωτεΐνες των αυγών είναι μία από τις πιο συχνές αιτίες πρόκλησης αλλεργικών αντιδράσεων. Η μετουσίωση των πρωτεϊνών μέσω αύξησης της θερμοκρασίας ή άλλων μεθόδων επεξεργασίας τροφίμων δεν μπορούν με αξιοπιστία να μειώσουν τη δραστικότητα των αλλεργιογόνων.

Γάλα: Το γάλα αποτελεί το πιο συχνό τροφικό αλλεργιογόνο στη βρεφική ηλικία και μέλος της ομάδος «των οκτώ» πιο κύριων αλλεργιογόνων. Λέγοντας αλλεργία στο γάλα εννοούμε τις ανεπιθύμητες αντιδράσεις από τις πρωτεΐνες του γάλακτος που εκφράζονται μέσω ανοσολογικού μηχανισμού ενώ υπάρχουν και αντιδράσεις που δεν προκαλούνται με ανοσολογικό μηχανισμό αλλά οφείλονται σε μεταβολικές διαταραχές. Οι κύριες πρωτεΐνες του αγελαδινού γάλακτος είναι η καζεϊνη (80%) και ο ορός του γάλακτος (β-γαλακτολευκωματίνη και α-γαλακτοσφαιρίνη). Η ευαισθησία των ασθενών που είναι αλλεργικοί στο γάλα οφείλεται κατά κύριο λόγο στην
β-γαλακτοσφαιρίνη (66-82%) και κατά δεύτερο λόγο στην καζεϊνη (43-57%) και την α-γαλακτολευκωματίνη (41-54%), ενώ πολλοί ασθενείς αντιδρούν σε περισσότερες από μια πρωτεΐνες.

Σόγια: Η σόγια – και ειδικότερα η πρωτεΐνη της που χρησιμοποιείται ευρέως σε επεξεργασμένα τρόφιμα – αποτελεί αλλεργιογόνος ουσία. Αν η σόγια καταναλωθεί ταυτόχρονα με άλλα ψυχανθή (συμπεριλαμβανομένων των φιστικιών) μπορεί να προκληθούν πολύ πιο έντονες αντιδράσεις. Όπως συμβαίνει και με άλλες αλλεργιογόνες ουσίες τροφίμων, η μετουσίωση των πρωτεϊνών μέσω αύξησης της θερμοκρασίας καθώς και η ενζυματική πέψη της σόγιας επηρεάζουν τη δραστικότητα των αλλεργιογόνων και μπορεί να αποκαλύψουν νέους αλλεργικούς αντιγονικούς καθοριστές.

Καρποί με κέλυφος: Η ευαισθησία στους ξηρούς καρπούς είναι συχνή αιτία πρόκλησης αλλεργικών αντιδράσεων. Όμως, μέχρι σήμερα δεν έχουν προσδιοριστεί οι αλλεργιογόνες ουσίες τους. Το ψήσιμο μπορεί να μειώσει τη δραστικότητα των αλλεργιογόνων ουσιών του φουντουκιού χωρίς όμως να την εξαφανίσει. Δεν υπάρχουν τέτοια δεδομένα για άλλους ξηρούς καρπούς. Από τους ξηρούς καρπούς, τα φιστίκια είναι κοινή πηγή αλλεργικών αντιδράσεων για τον άνθρωπο. Όταν δρουν τα αλλεργιογόνα των φιστικιών μαζί με αλλεργιογόνα άλλων μελών της ίδιας οικογένειας, όπως η σόγια και το λούπινο, η αλλεργική αντίδραση είναι πιο έντονη. Τα φιστίκια αποτελούν την πιο κοινή αιτία της αναφυλαξίας που προκαλείται από τρόφιμα. Χρησιμοποιούνται εκτενώς ως συστατικά τροφίμων σε μεγάλο αριθμό προϊόντων. Η θέρμανση μπορεί να αυξήσει την δραστικότητα των αλλεργιογόνων ουσιών τους.